Δημιουργικές δραστηριότητες σε ένα Μουσείο Αεροπορικής Ιστορίας.
Ένας από τους πιο εύπεπτους τρόπους ν’ ασχοληθεί κανείς με την Αεροπορική Ιστορία είναι μέσω του μοντελισμού και των καλών και εφαρμοσμένων τεχνών.
Θα ξεκινούσα με αναφορά στον μοντελισμό, που χωρίς να είναι μετρήσιμο, άτυπα θα μπορούσαμε να πούμε ότι κρατά τα ηνία της προσέλκυσης του κοινού στο χώρο της Αεροπορικής Ιστορίας. Η ετήσια έκθεση μοντελισμού της IPMS-Hellas (https://www.ipms-hellas.gr/site) είναι γεμάτη από ιστορικές αναπαραστάσεις με θέματα που ξεκινούν από την αρχαιότητα μέχρι το σήμερα. Στην πλειοψηφία τους καλύπτουν τις μεγάλες πολεμικές συγκρούσεις, όμως τα τελευταία χρόνια προκύπτουν και διοράματα με κοινωνικά θέματα, κάτι που δείχνει μια στροφή ενδιαφέροντος. Ο αεροπορικός τομέας έχει ιδιαίτερα μεγάλη έκθεση και χάριν της αναζήτησης της πρωτοτυπίας, οι μοντελιστές και ο σύλλογος της IPMS, έχουν πρωτοστατήσει στην αναζήτηση πληροφοριών για τη συγκεκριμένη θεματική. Εξ’ άλλου, η ιστορική ακρίβεια (όποτε τεκμηριώνεται) είναι ένα από τα κριτήρια βαθμολόγησης στον διαγωνισμό. Με αυτό το χαρακτήρα του, ο μοντελισμός αποτελεί μια αρκετά συμβατή δραστηριότητα, που θα μπορούσε να προωθείται στους χώρους ενός Μουσείου Αεροπορικής Ιστορίας.
Σε ένα Μουσείο Αεροπορικής Ιστορίας, θα ήταν εφικτό να στηθεί ένα εργαστήριο όπου ομάδες επισκεπτών, όπως οι οικογένειες, θα κατασκεύαζαν μοντέλα υπό την καθοδήγηση κάποιου έμπειρου μοντελιστή, ενώ ο χώρος θα μπορούσε να φιλοξενεί και έκθεση μοντελισμού με συγκεκριμένες θεματικές ανάλογα την περίοδο. Για παράδειγμα τις ημέρες της επετείου του ’40 θα μπορούσε να εκθέτει μοντέλα αεροσκαφών ή και διοραματικές αναπαραστάσεις από την περίοδο 1940-1944. Σε τέτοιες δραστηριότητες πολύτιμη μπορεί να σταθεί η συμβολή της IPMS, λόγω ανάλογης εμπειρίας στις εκθέσεις της. Επιπλέον, ένα Μουσείο θα μπορούσε να αξιοποιήσει την δραστηριότητα βασιζόμενη στον εθελοντισμό, για συμπλήρωση πολλών αναπαραστατικών κενών, ιδίως από τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος του οπλοστασίου της ΠΑ δεν έχει διασωθεί, ενώ ακόμα πιο απογοητευτική είναι η διάσωση αεροπορικών εκθεμάτων στο πεδίο της Πολιτικής Αεροπορίας. Και επι πληρωμή όμως, μπορούν να κατασκευαστούν μοντέλα σε μεγαλύτερη κλίμακα, (λχ.1:8) δίνοντας μια ξεκάθαρη εικόνα των λεπτομερειών ενός αεροσκάφους. Το κόστος παραγωγής τους ποικίλει από 1000 έως 5000 ευρώ ανάλογα με την ποιότητα ή τη μέθοδο κατασκευής. Οι δυνατότητες 3D εκτύπωσης βέβαια, μπορούν να βοηθήσουν το μουσείο να μειώσει το κόστος, με την απόκτηση ενός τέτοιου μηχανήματος, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιείται και για παραγωγή ομοιωμάτων εξοπλισμού για συμπλήρωση των εκθεσιακών κομματιών. Πέραν του στατικού μοντελισμού, υπάρχει και ο μοντελισμός των τηλεκατευθυνόμενων. Στην Ελλάδα, κοντά στο μικρό αεροδρόμιο στο Κάστρο Βοιωτίας, υπάρχει ένα μικρό πεδίο που αξιοποιείται από μοντελιστές τηλεκατευθυνόμενων αεροπλάνων. Ενίοτε παρουσιάζει και ιστορικά αεροσκάφη υπό κλίμακα που κάνουν μικρές αεροπορικές επιδείξεις, μια δραστηριότητα που παράγει και θέαμα, εφικτή και σε ένα Μουσείο Αεροπορικής Ιστορίας που βρίσκεται δίπλα σε Αεροδρόμιο. (βλέπε φωτογραφία επικεφαλίδας)
Σε γενικές γραμμές όμως, ίσως είναι η διαδικασία κατασκευής των μοντέλων, που μπορεί να λειτουργήσει ενισχυτικά για την εμπλοκή του κοινού και με την Αεροπορική Ιστορία. Διάφορα projects με διαβάθμιση δυσκολίας ώστε να πραγματοποιούνται από μαθητές σχολείων, ή στην πιο δύσκολη και ιστορικά ακριβή μορφή τους, projects που θα απευθύνονται σε μοντελιστές επαγγελματικού επιπέδου, θα παρήγαγαν ενδιαφέρον εκθεσιακό υλικό, έχοντας εμπλέξει το κοινό ενεργά στην αναπαράσταση του παρελθόντος, και μαθαίνοντάς του στην πράξη τη μεθοδολογία έρευνας και τεκμηρίωσης.
Επειδή διαχρονικά τα Αεροπορικά Μουσεία έχουν διττό ρόλο, δηλαδή την ανακατασκευή της σχετικής Ιστορίας, αλλά και την προαγωγή της Αεροπορικής κουλτούρας (για να μη βάλουμε μέσα και τις άλλους περιστασιακούς ρόλους), δεν μπορούμε να δούμε πάντα αποσυνδεδεμένες τις δύο αυτές στοχεύσεις. Τουναντίον, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τη διεπιστημονική προσέγγιση ώστε να κινηθούμε πάνω σε πολλές παράλληλες τροχιές και εκτός αυτών των δύο στόχων. Για παράδειγμα, θα μπορούσε ένα σκέλος του project να αναφέρεται στην ερευνητική-ιστορική διαδικασία, ένα άλλο να μπαίνει στο πεδίο της φυσικής, ένα άλλο στο πεδίο των εικαστικών και στο τέλος να παρουσιάζεται μια πολυτροπική αναπαράσταση του θέματος. Η διεπιστημονικότητα είναι εφικτή και προτεινόμενη ιδίως για τα projects σχολείων, ενώ ακόμα περισσότερο προτείνεται η διαθεματική προσέγγιση, όπου τα παιδιά μπορούν να διαλέξουν μεταξύ προτεινόμενων στόχων προς επίτευξη (λχ. κατασκευή ιπτάμενου μοντέλου) και, με τον συντονισμό ειδικευμένου προσωπικού (εκπαιδευτικού και ειδικών του Μουσείου), να κινηθούν ερευνητικά και πρακτικά πάνω σε όλα τα γνωστικά πεδία που θα απαιτηθούν για την επίτευξη του στόχου. Τα οφέλη μιας τέτοιας προσέγγισης υπερβαίνουν τον γνωστικό τομέα, καθώς βασίζονται στην κινητοποίηση για μάθηση του υποκειμένου βάσει του επιθυμητού αποτελέσματος, αποδεικνύοντας στην πράξη την χρησιμότητα πολλών δεξιοτήτων και γνωστικών εργαλείων και ενισχύοντας τη δράση μέσα από τη συνεργασία .
Η περίπτωση των δραστηριοτήτων βέβαια προαπαιτεί από ένα Μουσείο να έχει προσαρμόσει το χώρο ή να διαθέτει επιπλέον χώρους, να μπορεί να εξασφαλίσει ένα μίνιμουμ ελεύθερης κινητικότητας σε κάποιες περιοχές του, να διαθέτει το προαπαιτούμενο υλικό και τέλος, να μπορεί να διαθέσει ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό προς υποστήριξη των συμμετεχόντων. Στο εξωτερικό, τα μουσεία παρέχουν ως υποστηρικτικό προσωπικό ακόμα και εθελοντές. Θα ήταν όμως αποτελεσματικότερο, ακόμα και αν γίνει μέσω εθελοντισμού, το υποστηρικτικό προσωπικό να πληροί κάποια κριτήρια. Πέραν της γνώσης του αντικειμένου, βασικό κριτήριο είναι η διδακτική ικανότητα. Ο βαθμός ικανότητας είναι κάτι το συζητήσιμο. Θα μπορούσε να δεχθεί κάποια άτυπη εκπαίδευση το προσωπικό του μουσείου, όμως οι απαιτήσεις συνοδείας μεγάλων ομάδων, ιδίως όταν εμπλέκονται παιδιά με όλες τις ιδιαιτερότητές τους, δεν διευκολύνει στο να καλυφθεί η απαραίτητη γνώση. Είναι πιο ασφαλές το υποστηρικτικό προσωπικό να προέρχεται από τον παιδαγωγικό κλάδο, με το κατάλληλο γνωστικό υπόβαθρο και πιθανή διδακτική εμπειρία στην τυπική ή μη τυπική εκπαίδευση, και να δρα ως σύνδεσμος επικοινωνίας με το υποστηρικτικό τεχνικό προσωπικό του Μουσείου. Ουσιαστικά το τεχνικό προσωπικό θα συνοδεύει το εκπαιδευτικό, προκειμένου να βοηθήσει σε αμιγώς τεχνικά ή πρακτικά ζητήματα, αφήνοντας το κύριο επικοινωνιακό κομμάτι στο δεύτερο. Ο σχεδιασμός των δράσεων οφείλει να γίνεται με συνεισφορά και συνεργασία και των δύο πλευρών, λαμβάνοντας υπόψη ότι καθεμία μπορεί να διακρίνει καλύτερα τις ιδιαιτερότητες του τομέα της. Ο λόγος που προτείνεται συμβολή προσωπικού με διδακτική, ή μουσειοπαιδαγωγική κατάρτιση και εμπειρία, είναι γιατί η επέκταση των προγραμμάτων σε ομάδες μεγάλης γκάμας ηλικιών (μέχρι και πρώτης δημοτικού), πολυπολιτισμικής σύνθεσης και με πιθανές αναπτυξιακές, συμπεριφοριστικές, ανατομικές ή κινησιολογικές ιδιαιτερότητες, απαιτεί σωστή διαχείριση του λεξιλογίου και προσαρμοσμένη συμπεριφορά. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, προαπαιτείται η προσαρμογή της δραστηριότητας στις ιδιαιτερότητες έστω και ενός από την ομάδα των επισκεπτών, κάτι που για να γίνει σωστά πρέπει το προσωπικό υποδοχής να έχει τις βασικές γνώσεις να το πράξει (λχ. για παιδί με κινητικά προβλήματα, ή παιδί με ΔΕΠΥ). Στον αντίποδα αυτής της ανάγκης βέβαια, βρίσκεται και εκείνη της εκπαίδευσης του διδακτικού-εκπαιδευτικού προσωπικού πάνω στα δύο κυρίαρχα θέματα: την Αεροπορία και τις διεργασίες ανακατασκευής της Ιστορίας της. Αυτό είναι πιο απλό για το επίπεδο που απαιτείται από το διδακτικό προσωπικό, καθώς το κενό καλύπτει η παρουσία Τεχνικού, ή του Ιστορικού του μουσείου. Aκόμα και κάποια ανεπάρκεια στη γνώση λεπτομερειών δεν είναι επικίνδυνη, όσο μια ανεπάρκεια στη διαχείριση του ψυχισμού ενός ανήλικου, ή ενός ιδιαίτερου κοινού.
Βοηθητικές σημειώσεις:
Διεπιστημονικότητα είναι η προσέγγιση ενός θέματος με συμβολή δύο ή περισσότερων επιστημονικών πεδίων. Συνήθως γίνεται στο σχολείο με παράλληλες προσεγγίσεις από δύο ξεχωριστά μαθήματα, χωρίς απαραίτητα να παράγουν ένα κοινό προϊόν. Η Διαθεματικότητα υπερκαλύπτει τη Διεπιστημονικότητα, καθώς την υλοποιεί πιο ολιστικά, και από διαφορετική αφετηρία, θα μπορούσε να πει κανείς «κονστρουκτιβιστικά». Η αφετηρία είναι πλέον το ίδιο το επιδιωκόμενο προϊόν ή ο επιδιωκόμενος στόχος εντεταγμένος στη ζωή του ανθρώπου και η διαδικασία εστιάζει στην ανεύρεση λύσεων για την υλοποίηση, ή επίτευξή του. Οι λύσεις αυτές προφανώς εμπλέκουν ταυτόχρονα, και πάνω στο ίδιο τραπέζι, πολλά επιστημονικά πεδία, μέσα από μια ολιστική προσέγγιση.