Ψηφιακές πηγές και αρχεία.
Πρόλογος.
Στο άρθρο αυτό, θα αναλυθεί η αλλαγή του τοπίου στην ιστορική έρευνα, όπως επηρεάστηκε από τις νέες τεχνολογίες, ενώ η ανάλυση θα επεκταθεί και στις ιδιαιτερότητες των ψηφιακών πηγών και αρχείων.
Η δεκαπενταετία της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή.
Το πέρασμα στην ψηφιακή εποχή μπορεί να μην έγινε μονομιάς, συντάραξε όμως τις γενιές που έζησαν την πιο αποφασιστική μετάβαση, μεταξύ 1985-2000. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η μετάβαση συμπίπτει χρονικά με τη διοχέτευση στην αγορά τεχνολογικών καινοτομιών που αναπτύσσονταν για δεκαετίες πριν. Μέσα στη δεκαπενταετία αυτή, οι βιντεοκασέτες και κασέτες ήχου αρχίζουν και αντικαθίστανται από τα CD.1 Λίγο αργότερα αντικαθίστανται και τα εμβληματικά Walkmans (ένα σύμβολο της νεολαίας του ’80) με φορητά CD Walkmans2 αλλά και Mp3Players3, προς το τέλος της δεκαετίας στην οποία αναφερόμαστε. Το ίντερνετ αναβαθμίζεται στα στάνταρ της ISDN (Integrated Services Digital Network)4, ενώ λίγο νωρίτερα, είχε προγηθεί στους υπολογιστές η μετάβαση από περιβάλλον DOS σε περιβάλλον Windows 3.15 ή MacOs6. Τα νέα αυτά περιβάλλοντα, επέτρεψαν διάδραση μεταξύ του χειριστή και του υπολογιστή, με τη βοήθεια απεικόνισης και οπτικών μέσων. Είναι εντυπωσιακό το ότι προϋπάρχουσες τεχνολογίες αξιοποιούνται εκτεταμένα από το ευρύ κοινό, κυρίως από εκείνη την περίοδο και μετά, ακριβώς επειδή η μία τεχνολογία προαπαιτούσε και την αναβάθμιση μιας άλλης. Τρανταχτό παράδειγμα είναι η ευρεία αξιοποίηση των οπτικών αισθητήρων CCD7 και CMOS8 στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές, οι οποίες για να αποδώσουν, προαπαιτούσαν επαρκή αποθηκευτικά μέσα (Flash Memory9 και λίγα χρόνια αργότερα, Memory Cards10), εξέλιξη των οθονών LCD11 υγρών κρυστάλλων (από μονόχρωμες σε έγχρωμες ΤΝ) και περιβάλλοντα απεικόνισης όπως τα Windows και το MacOs. Οι ίδιοι αισθητήρες αξιοποιούνται και στα τότε νεοεμφανιζόμενα φορητά Scanners12 που μπορούν πλέον να ψηφιοποιούν έγγραφα και φωτογραφίες σε πολύ υψηλή ανάλυση, ενώ η δεκαετία κλείνει με την ανακάλυψη των Ενιαίων Σειριακών Διαύλων USB13 που διευκολύνουν την συνθεσιμότητα μεταξύ των συσκευών και του υπολογιστή. Οι υπολογιστές γίνονται κάτι σαν “Σταθμός”, ικανός να διαχειριστεί τόσο την επικοινωνία μεταξύ των επιμέρους περιφερειακών μηχανών ψηφιοποίησης, όσο και την επεξεργασία, απογραφή και αποθήκευση των πληροφοριών. Ο υπολογιστής μπορεί να αποθηκεύει πληροφορίες σε ψηφιακή μορφή, είτε σε κοντινή απόσταση (σε αποθηκευτικό μέσο συνδεδεμένο πάνω του), είτε σε ανεξάρτητο περιβάλλον (Server σε απόσταση) και το δεύτερο το πετυχαίνει μέσω του internet.
Από τη δεκαπενταετία αυτή και μετά, η διάχυση των τεχνολογιών που επιτρέπουν την ψηφιοποίηση βελτίωσε κατά πολύ δύο πτυχές της ιστορίας: την προσβασιμότητα στα αρχεία/τεκμήρια και τη διεύρυνση των πηγών και από “τα κάτω”. Επιπλέον, είναι σημαντική η βελτίωση των πιθανοτήτων διασφάλισης των τεκμηρίων στο διηνεκές, ωστόσο, αυτή είναι μια δυνατότητα που επαναπροσδιορίζεται διαρκώς, καθώς η αρχική εμπιστοσύνη στην ψηφιοποίηση, αποδείχτηκε υπερβολική. Τα ψηφιοποιημένα αρχεία και τεκμήρια, προς το παρόν, χωρίς την παράλληλη διάσωση του φυσικού πρωτοτύπου παραμένουν ελλιπή ως προς την αποτύπωση, και επισφαλή λόγω αστάθειας και μικρού ορίου ζωής των υλικών αποθήκευσης.
Επομένως όπως θα φανεί και παρακάτω, η ψηφιοποίηση είναι αποδοτικότερη όταν αξιοποιείται σε συνδυασμό με την διατήρηση και φυσικού αρχείου.14
Τα ψηφιακά τεκμήρια και αρχεία.
Ένα ψηφιακό τεκμήριο μπορεί να είναι προϊόν ψηφιοποίησης ενός φυσικού (πχ.Χαρτί) ή αναλογικού τεκμηρίου (π.χ. Φωτογραφικό ή κινηματογραφικό φιλμ), ή να είναι και πρωτογενώς ψηφιακό, όπως για παράδειγμα ένα e-mail, ένα βίντεο ψηφιακής κάμερας, ή και μία ηχητική συνέντευξη απ’έυθείας σε ψηφιακή διαμόρφωση. Το ψηφιακό τεκμήριο αποτελεί τη μικρότερη δυνατή μονάδα δεδομένων και πλήθος από αυτά διατηρούνται σε ψηφιακά αρχεία με πολιτικές διατήρησης παρόμοιες με τα αναλογικά αρχεία.15 Η ευελιξία του ως μέσο είναι ένα από τα πιο σημαντικά προτερήματά του, καθώς κατά βάση, όλα τα ψηφιακά τεκμήρια, ανεξαρτήτως μορφής (βίντεο, κείμενο, ηχητικό αρχείο), αποτελούν μετατροπή μιας αναλογικής πληροφορίας σε δυαδικώς κωδικοποιημένα σήματα τύπου “εντός-εκτός” (ή 1-0), τα οποία μπορούν πολύ εύκολα να αποθηκευτούν σε υπολογιστή ή να μεταφερθούν μέσω τηλεπικοινωνιών.16 Χάρη σε αυτή την ευελιξία, μέσα στην ίδια συσκευή αποθήκευσης, μπορούν να διατηρούνται ψηφιακά τεκμήρια διαφορετικής φύσης, κάτι που θα ήταν δύσκολο με αυτά να έχουν υλική υπόσταση. Αντιστοίχως και η απεικόνισή τους μπορεί να γίνει συνδυαστικά, καθώς οι μηχανές προβολής μπορούν να διαχειριστούν και να αναπαράγουν ταυτόχρονα τα περισσότερα είδη ψηφιακών τεκμηρίων (για παράδειγμα να προβάλλεται κείμενο ταυτόχρονα με εικόνα και ήχο).17
Η διευκόλυνση της πρόσβασης και οικονομία διάθεσης
Σημαντικότατο προτέρημα των ψηφιακών τεκμηρίων και αρχείων είναι το ότι συνέβαλλαν στον εκδημοκρατισμό της Ιστορίας. Οι πληροφορίες είναι προσιτές από πολύ ευρύτερο κοινό, χωρίς ν’απαιτείται φυσική παρουσία του ενδιαφερόμενου στο χώρο αποθήκευσης. Μέσω του διαδικτύου, οποιοσδήποτε, από οπουδήποτε, μπορεί να έχει πρόσβαση στα περισσότερα αδιαβάθμητα αρχεία, ενώ μπορεί ταυτόχρονα να υποβάλλει και κάποιο τεκμήριο από απόσταση. Αυτή η δυνατότητα αλλάζει εντελώς τη γεωγραφία των αρχείων, που δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με αυτή των φυσικών αρχείων18, και οι συλλογές ψηφιακών τεκμηρίων μπορεί να προέρχονται από εντελώς απόμακρες γεωγραφικές τοποθεσίες. Η τοπογραφία λοιπόν του “εικονικού” αυτού κόσμου, διαμορφώνεται βάσει ενδιαφερόντων και θεματικών, σε έναν “μη-τόπο” όπως θα τον έλεγε ο Marc Augé19 , που επιτρέπει σε εξωσυνοριακές επαφές να διαμορφώνουν πολυ-πολιτισμικές μνήμες.20
Παράπλευρα θετικά αυτής της εύκολης πρόσβασης είναι η ταχύτητα επικοινωνίας μεταξύ των ερευνητών, αλλά και οι δυνατότητες διασταύρωσης των πληροφοριών, που αντισταθμίζουν ελαφρώς τα προβλήματα που προκύπτουν από την ευκολία επέμβασης πάνω στα ψηφιακά τεκμήρια. Σημαντικό είναι ν’αντιληφθούμε ότι η διευκόλυνση πρόσβασης δεν οφείλεται μόνο στη δυνατότητα προσέγγισης των οργανωμένων αρχείων ιδρυμάτων και οργανισμών από απόσταση, αλλά και στη δυνατότητα που δίνεται σε όλους όσους εμπλέκονται με την Ιστορία (είτε είναι Ιστορικοί, είτε ερευνητές, είτε συλλέκτες) να διαχέουν το υλικό τους με αρκετά χαμηλό κόστος, μέσα από ένα απλό Portfolio Site ή Blog.21 Σημαντικός παράγοντας στην ταχύτητα και το εύρος της διάχυσης της ψηφιακής πληροφορίας δεν είναι μόνο η ευκολία πρόσβασης από απόσταση, αλλά και το οικονομικό ζήτημα. Από τη στιγμή που θα παραχθεί το ψηφιακό τεκμήριο, το κόστος διάθεσης είναι πολύ μικρότερο από αυτό ενός αναλογικού αντιγράφου, ενώ τα έξοδα διατήρησής του σε κάποιον Server πολύ χαμηλότερα από το κόστος διατήρησης ενός αντίστοιχης σημασίας φυσικού τεκμηρίου.22 Σε ό,τι αφορά στην αναζήτηση των ψηφιακών τεκμηρίων (από την πλευρά του τελικού χρήστη) αυτή είναι πολύ πιο εύκολη. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των ψηφιακών τεκμηρίων είναι η “υπερκειμενικότητα” και η “μη-γραμμικότητα”, που επιτρέπουν αναζήτηση συγκεκριμένων ποιοτήτων, μοτίβων ή στοιχείων σε περισσότερα αντικείμενα ταυτόχρονα, χωρίς να απαιτείται η γραμμική ανάγνωση τους (για παράδειγμα όλες η αναφορές μιας λέξης σε όλα τα τεκμήρια ενός αρχείου ή και σε περισσότερα αρχεία).23
Εξασφάλιση της διατήρησης του ψηφιακού αρχείου στο διηνεκές.
Την αρχική ευφορία που προκάλεσε η ευκολία αποθήκευσης τεράστιου όγκου ψηφιοποιημένων αρχείων σε εξαιρετικά μικρά αποθηκευτικά μέσα, ακολούθησε ο φόβος της διασφάλισής τους στο διηνεκές. Ιδίως κατά την αρχική φάση της ψηφιακής επανάστασης, η αποθήκευση των ψηφιοποιημένων πληροφοριών γινόταν πάνω σε κάποιο φυσικό μέσο όπως το CD ή κάποιος Σκληρός δίσκος. Τελικά αποδείχτηκε ότι ο μέσος όρος ζωής ενός τέτοιου μέσου ήταν πολύ μικρότερος του χαρτιού.24 Έφτανε μια μικρή γρατσουνιά ή μια διαταρραχή στην ηλεκτρική τάση για να αχρηστεύσει το μέσο σε τέτοιο βαθμό, που να προκαλεί την αδυναμία ανάγνωσής του ακόμα και στα σημεία που δεν έχει εμφανή ζημιά. Οι κίνδυνοι μειώθηκαν από τη στιγμή που η αποθήκευση γίνεται σε Servers με δυνατότητα παράλληλης αποθήκευσης σε περισσότερα μέρη. Στη θεωρία λοιπόν το αρχείο είναι απρόσβλητο καθώς σε περίπτωση αστοχίας του Server συνήθως καλύπτεται από κάποιον απομακρυσμένο αναπληρωματικό. Προφανώς όμως, αυτή η δικλείδα ασφαλείας δεν εξαλείφει δύο σπάνιους (αλλά καθόλου αμελητέους) κινδύνους: την περίπτωση αστοχίας όλων των Servers της εταιρείας ή του οργανισμού που ανέλαβε την αποθήκευση, και την περίπτωση φυσικών καταστροφών μεγάλης έκτασης ή ηλεκτρομαγνητικού παλμού.25
Επιπλέον, η συμμετοχή πολλών ανεξάρτητων ή ιδιωτικών παραγόντων (οργανισμών, συλλεκτών, ερευνητών) στην ψηφιακή διατήρηση του υλικού, εγείρει φόβους για το μέλλον του όταν το ενδιαφέρον αυτών των παραγόντων λήξει, και αποσυρθούν τα ψηφιακά τεκμήρια από το διαδίκτυο.26 Αυτός ο κίνδυνος είναι πιο συχνός και αντιμετωπίζεται μόνο μερικώς, χάρη στις προσπάθειες ιδρυμάτων που αξιοποιούν το λογισμικό Heritrix27 που διασώζουν ανά τακτά διαστήματα το περιεχόμενο του διαδικτύου (δυστυχώς μόνο όσο είναι δημόσια ορατό) ή εταιρειών όπως η Alexa28, που διασώζει μεγάλη γκάμα πληροφοριών για πάσα χρήση (συνήθως αξιοποιούνται για μάρκετιγκ ή στατιστική όμως η φύση των δεδομένων αυτών δεν αποκλείει και άλλες χρήσεις, ενίοτε και αμφιλεγόμενες ως προς την ηθική τους).
Μέσα στους κινδύνους συνυπολογίζεται και ένας ακόμα, η πιθανότητα οι ψηφιακές πηγές να μην είναι αναγνώσιμες στο μέλλον λόγω αλλαγής στην τεχνολογία.29 Ωστόσο αυτό το πρόβλημα δεν είναι άλυτο, καθώς γίνονται προσπάθειες, ακόμα και χωρίς την διάσωση τεχνολογικών μέσων της εποχής, να αναπτύσσονται Emulators30, δηλαδή λογισμικά που να εξομοιώνουν το περιβάλλον ανάγνωσης ψηφιακών αρχείων31 παλαιότερης τεχνολογίας. Σε κάθε περίπτωση, όπως ειπώθηκε και νωρίτερα, είναι απαραίτητη η διατήρηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους του φυσικού αρχείου ασχέτως της ύπαρξης ψηφιοποιημένου αντιγράφου, προφανώς όταν αυτό έχει κριθεί υποψήφιο για διατήρηση από τους Αρχειονόμους.
Επιλογή των ψηφιακων τεκμηρίων.
Τους Αρχειονόμους ενδιαφέρει η δευτερογενής αξία των τεκμηρίων (Ιστορική, διαφορετική από την πρωτογενή διοικητική/οικονομική/νομική).32 Παρά τις διαφορές των επιμέρους θεωριών ζωής των τεκμηρίων (των “τριών ηλικιών” ή της “αδιάλειπτης συνέχειας” που είναι αρκετά διαδεδομένες), είναι ξεκάθαρη η ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των Διαχειριστών Τεκμηρίων (Record Managers) και των Aρχειονόμων33, ώστε τα αρχεία αφ’ενός να επιτυγχάνουν καλύτερα το διοικητικό τους στόχο όσο είναι ενεργά ή ημιενεργά, αφ’εταίρου να έχουν εξ’αρχής όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για να επιτύχουν και τον ιστορικό/ερευνητικό τους στόχο, αν επιλεγούν μεταξύ των ανενεργών προς διατήρηση. Είναι απαραίτητο να υπάρχει σαφής πολιτική για την επιλογή και το χρόνο διατήρησης των τεκμηρίων, αλλά και για τον τρόπο δατήρησής τους, ώστε η διαδικασία να είναι προδιαγεγραμμένη και να μη γίνεται υπό την πίεση χρόνου.34 Σε γενικές γραμμές διατηρείται ένα πολύ μικρό ποσοστό των αναλογικών τεκμηρίων. Συγκριτικά, η παραγωγή ψηφιακών τεκμηρίων είναι πολύ μεγαλύτερη μιας και η καταγραφή πληροφοριών είναι σε πολλές περιπτώσεις αυτοματοποιημένη (πχ.E-mail), αλλά και γιατί είναι πιο εύκολο να αποθηκευτούν. Παρόλα αυτά, και εκείνα δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα του πολύ μικρού ποσοστού διατήρησης, ακριβώς επειδή η διάσωση μεγάλου όγκου θα καθιστούσε αδύνατη την αξιοποίησή τους στο μέλλον. Και στα ψηφιακά λοιπόν, όπως και στην περίπτωση των φυσικών ή αναλογικών τεκμηρίων, οι Αρχειονόμοι έχουν την ευθύνη να λάβουν αποφάσεις που μπορεί να καθορίσουν την εικόνα της σύγχρονης, αλλά και της μελλοντικής κοινωνίας για το παρελθόν.35
Μεταδεδομένα.
Μέρος της ευθύνης τόσο των διαχειριστών τεκμηρίων όσο και των Αρχειονόμων είναι το να εξασφαλίσουν την όσο το δυνατόν πληρέστερη διατήρηση του ψηφιακού τεκμηρίου, είτε το ψηφιακό τεκμήριο προέρχεται από ψηφιοποίηση κάποιου φυσικού ή αναλογικού, είτε προέρχεται από απ’ευθείας εγγραφή. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχουν ποιότητες ή πληροφορίες που αναγκαστικά χάνονται κατά την ψηφιοποίηση, οπότε είναι απαραίτητο με κάποιο τρόπο να καταγραφούν περιγραφικά και να συνοδεύουν το ψηφιακό τεκμήριο για πάντα. Ένα τέτοιο στοιχείο θα μπορούσε να είναι η ποιότητα του χαρτιού. Στη δεύτερη περίπτωση, η απώλεια μπορεί να είναι συνήθως ποιοτική, όπως θα συνέβαινε αν μέσω ενός Scanner αποθηκεύαμε ένα έγγραφο σε συμπιεσμένο format *.jpg36 προκαλώντας απώλεια ευκρίνειας, ή αν μετατρέπαμε ένα βίντεο *.dvi ή ασυμπίεστο *.avi, σε *.mpg.37
Κάτι ακόμα που πρέπει ν’αποφευχθεί είναι η απώλεια συνοδευτικών πληροφοριών που εξασφαλίζουν την αξιοπιστία του ψηφιακού τεκμηρίου ως πηγή, την ευρετηρίαση και την διατήρηση του δεσμού με το αρχείο. Η διατήρηση αυτού του δεσμού μπορεί να μην είναι τόσο δύσκολη σε ένα φυσικό αρχείο. Μπορεί όμως εύκολα να σπάσει στα ψηφιακά, καθώς αυτά τείνουν να κυκλοφορούν και αποσπασμένα στο διαδίκτυο σε περισσότερα του ενός αρχεία, διαχειριζόμενα από περισσότερα του ενός ιδρύματα.38 Ήταν αναμενόμενο λοιπόν να προκύψει η ανάγκη και εν τέλει να εξασφαλιστεί ένα γενικό πρωτόκολλο διαχείρισης των “συνοδευτικών” δεδομένων τα οποία ονομάστηκαν “Μεταδεδομένα”.39
Τα “Μεταδεδομένα” εγγράφονται με συγκεκριμένο τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν ες αεί την ευρετηρίαση – αναζήτηση – ανάκτηση, την οργάνωση, τη διαλειτουργικότητα και την ψηφιακή διατήρηση των πληροφοριακών πόρων. Μπορούν να αποθηκεύονται χωριστά σε βάση δεδομένων αλλά συνδεδεμένα με το ψηφιακό τεκμήριο ή και να ενσωματώνονται σε αυτό40 κατά τον τρόπο που συνοδεύει και το EXIF41 την ψηφιακή φωτογραφία.
Εξακρίβωση αυθεντικότητας, χάλκευση, δικαιώματα.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που προκύπτουν από την ευρεία διάχυση των ψηφιακών τεκμηρίων είναι η εξακρίβωση της αυθεντικότητας. Παρά τις αρχικές δυσκολίες, η Ιστορική κοινότητα έχει δικλείδες ασφαλείας ώστε να εξακριβώνει την αυθεντικότητα, (ακόμα και μέσα της επιβεβαίωσης της IP του αποστολέα), ενώ και από την πλευρά του ερευνητή ή του πολίτη (end user), είναι εφικτό να εξακριβώσει το ίδιο εκμεταλλευόμενος τις εξελιγμένες πλέον δυνατότητες αναζήτησης. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζονται και οι περιπτώσεις χάλκευσης. Η επέμβαση πάνω σε ένα ψηφιακό τεκμήριο είναι πολύ εύκολη διαδικασία, ενώ λόγω των μεγάλων δυνατοτήτων διάχυσης του στο ίντερνετ, είναι πιθανό να ξεπεράσει σε εξάπλωση και το αυθεντικό. Η αλήθεια είναι όμως ότι ο κίνδυνος χάλκευσης δεν επηρεάστηκε σε τέτοιο βαθμό από την ευκολία επέμβασης ώστε να προκαλέσει κάποια ειδοποιό διαφορά σε σχέση με το παρελθόν. Οι δυνατότητες αναζήτησης και η ευκολία σχολιασμού και διαλόγου που εξασφαλίζουν τα διαδικτυακά φόρα, επιτρέπουν την επίλυση τέτοιων προβλημάτων, ενώ η ολοένα και καλύτερη οργάνωση αρχείων από ιδρύματα με άνοιγμά τους στο κοινό, εξασφαλίζουν αξιόπιστα σημεία αναφοράς.
Ενώ τα παραπάνω δύο προβλήματα δίνουν αρκετές δυνατότητες βελτίωσης, αρκετά πιο δύσκολο είναι το πρόβλημα που προκύπτει από τη διαχείριση των δικαιωμάτων. Το πρόβλημα αυτό είναι δυσεπίλυτο κυρίως λόγω της ανομοιογένειας της νομοθεσίας μεταξύ κρατών, λόγω της συνδιαχείρισης τεκμηρίων από διαφορετικούς φορείς, ή ακόμα χειρότερα της διαχείρισης του φυσικού αρχείου από έναν φορέα και του ψηφιακού αντιγράφου του από άλλον.42 Το πρόβλημα διογκώνεται όταν δεν υπάρχει ξεκάθαρο ιδιοκτησιακό καθεστώς, όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις ψηφιακώς διακινούμενων φωτογραφιών.43
Πέρα από τους κινδύνους.
Είναι προφανές ότι η ψηφιακή επανάσταση, όπως εύστοχα γράφουν στο άρθρο τους οι Cohen και Rosenzweig, δύσκολα θα φέρει την ουτοπία, δε θα μας οδηγήσει όμως και μια δυστοπική, μη διαχειρίσιμη πραγματικότητα.44 Με την ψηφιοποίηση, δεν εξαλείφονται εντελώς τα προβλήματα αντιμετώπιζαν οι Αρχειονόμοι και οι Ιστορικοί με τα φυσικά και αναλογικά αρχεία. Αντιθέτως απαιτείται από αυτούς αναπροσαρμογή (καμιά φορά διαρκής) στις απαιτήσεις του εγχειρήματος γιατί προκύπτουν νέα προβλήματα διαχείρισης, που προστίθενται στα ήδη υπάρχοντα των φυσικών και αναλογικών αρχείων. Επιπλέον, οι δυνατότητες αποθήκευσης τεράστιου όγκου δεδομένων παρασύρει και παραπλανά για τις δυνατότητες διαχείρισής του, κάνοντας ακόμα πιο επιτακτική τη συνεργασία Ιστορικών, Αρχειονόμων και Διαχειριστών μέσα από το πρίσμα της επιστήμης της πληροφόρησης.45
(Προτείνεται και η ανάγνωση του άρθρου: «Ψηφιακή Ιστορία και Ιδιαιτερότητές της.»)
Μώρης Γεώργιος – 2020 – Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς άδεια.
Βιβλιογραφικές αναφορές – Πηγές
1 – https://en.wikipedia.org/wiki/Compact_disc (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020). (σημειώνεται ότι αναφέρομαι στην ευρεία διάθεση στην αγορά και όχι στη χρονολογία ανακάλυψης)
2 – https://en.wikipedia.org/wiki/CD_player (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020). (σημειώνεται ότι αναφέρομαι στην ευρεία διάθεση στην αγορά και όχι στη χρονολογία ανακάλυψης)
3 – https://en.wikipedia.org/wiki/MP3_player (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020). (Η κωδικοποίηση ήχου Mp3 διατέθηκε το 1994 και το 1997 κυκλοφόρησε το πρώτο φορητό Mp3 Player)
4 – https://en.wikipedia.org/wiki/Integrated_Services_Digital_Network (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
5 – https://en.wikipedia.org/wiki/Microsoft_Windows_version_history (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
6 – https://en.wikipedia.org/wiki/MacOS (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
7 – https://en.wikipedia.org/wiki/Charge-coupled_device (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
8 – https://en.wikipedia.org/wiki/CMOS (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
9 – https://en.wikipedia.org/wiki/Flash_memory (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
10 – https://en.wikipedia.org/wiki/Memory_card (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
11 – https://en.wikipedia.org/wiki/Liquid-crystal_display (Οι οθόνες LCD προϋπήρχαν ήταν όμως η μετατροπή τους σε έγχρωμες TN-TFT, βλέπε: https://en.wikipedia.org/wiki/Thin-film-transistor_liquid-crystal_display) (Τελ.Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
12 – https://en.wikipedia.org/wiki/Image_scanner (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
13 – https://en.wikipedia.org/wiki/USB (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
14 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.34
15 – Το ίδιο. σελ.51
16 – Μικρός θησαυρός της πληροφορικής. Βασικό ερμηνευτικό λεξικό, Επιμ.Νίκος Χατζηγεωργίου, Αλκυών, Αθήνα, 1988, σελ.97
17 – Daniel J. Cohen, Roy Rosenzweig, Digital History: A Guide to Gathering, Preserving, and Presenting the Past on the Web (2005) http://chnm.gmu.edu/digitalhistory/introduction/#_edn2 (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
18 – Despoina Valatsou, History, our own Stories and Emotions Online, Historein, 8 (2008), σελ.111
19 – Marc Augé, Nonluoghi. Introduzione a una antropologia della surmodernità, Eleuthera, Milano 1993
20 – Despoina Valatsou, History, our own Stories and Emotions Online, Historein, 8 (2008), σελ.111
21 – Daniel J. Cohen, Roy Rosenzweig, Digital History: A Guide to Gathering, Preserving, and Presenting the Past on the Web (2005) http://chnm.gmu.edu/digitalhistory/introduction/#_edn2 (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
22 – Το ίδιο.
23 – Το ίδιο.
24 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.60
26 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.52
27 – http://crawler.archive.org/index.html (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
28 – https://www.alexa.com/ (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
29 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.57
30 – http://www.dlib.org/dlib/october00/granger/10granger.html (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
31 – Εδώ η λέξη “Αρχείο” χρησιμοποιείται με την έννοια της μικρότερης αυτόνομης μονάδας ψηφιακής πληροφορίας και όχι με την έννοια που έχει για την Αρχειονομία.
32 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.25
33 – Το ίδιο. σελ.22
34 – Το ίδιο. σελ.27
35 – Το ίδιο. σελ.30
36 – https://en.wikipedia.org/wiki/Image_file_formats (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
37 – https://en.wikipedia.org/wiki/Video_file_format (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
38 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.53
39 – Το ίδιο. σελ.54
40 – Το ίδιο. σελ.55
41 – https://en.wikipedia.org/wiki/Exif (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
42 – http://outofcopyright.eu/ (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
43 – Σε σχέση με το θέμα δικαιωμάτων, ιδίως στις φωτογραφίες υπάρχει μεγάλη σύγχυση. Για παράδειγμα το IWM χρεώνει τη χρήση ψηφιακού αντιγράφου των φωτογραφιών (ακόμα και για μη εμπορικούς σκοπούς), των οποίων δεν έχει απαραίτητα το αρνητικό, ούτε τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων των φωτογράφων, ενώ η ίδια φωτογραφία μπορεί να κατέχεται και από συγγενή του εικονιζόμενου και να είναι και στις δύο περιπτώσεις απ’ευθείας τυπωμένες από τον ίδιο φωτογράφο και το ίδιο αρνητικό. Αυτό το εφαρμόζει σε φωτογραφίες που έγιναν κατ’απαίτηση της κυβέρνησης (Crown Copyright). Σε αντιδιαστολή με αυτό, η πολιτική των Αμερικανών είναι διαφορετική, θέτοντας σε Public domain οποιαδήποτε φωτογραφία προ 1925, ή μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (50-120 χρόνια) ανάλογα με την περίπτωση. Η αδυναμία εξακρίβωσης του κύριου ιδιοκτησιακού καθεστώτος περιπλέκει τα πράγματα ιδίως όταν αυτή γίνεται στο διαδίκτυο ή εμπλακούν στην εμπορική εκμετάλλευση και πολλές ιδιωτικές εταιρείες όπως η Alamy και η Ghetty, που ενίοτε εκμεταλλεύονται το θολό τοπίο.
https://en.wikipedia.org/wiki/Wikipedia:Public_domain (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
https://en.wikipedia.org/wiki/Crown_copyright (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
https://www.abc.net.au/news/2015-08-15/copyright-infringement-nets-photographers-thousands-of-dollars/6695906 (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
44 – Daniel J. Cohen, Roy Rosenzweig, Digital History: A Guide to Gathering, Preserving, and Presenting the Past on the Web (2005) http://chnm.gmu.edu/digitalhistory/introduction/#_edn2 (Τελ. Πρόσβαση Ιούνιος 2020).
45 – Γεώργιος Γιαννακόπουλος & Βασιλική Μπουντούρη, Εισαγωγή στην Αρχειονομία, Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, 2016, σελ.36